19.12.20

Συνέντευξη με τον κ.Αντρέα Ιωάννου

 

Ένας μουσικός βγαλμένος από μία άλλη εποχή . . .

Συζητώντας κανείς με τον κ. Αντρέα Ιωάννου, το μεγαλύτερο σε ηλικία μέλος της φιλαρμονικής μας, έχει τόσα πολλά να πει και άλλα τόσα να ακούσει ! Ατελείωτες ιστορίες γεμάτες μουσική και πάθος για την πορεία που ο ίδιος επέλεξε να ακολουθήσει. Αν και όχι συνεχόμενη η πορεία του στην φιλαρμονική μας, ο ίδιος έκανε τα πάντα για να μπορεί να επιστρέφει και να υπηρετεί αυτό που αγαπά. Έγινε μέλος της μπάντας όταν ήταν 14 ετών, το 1959 παίζοντας κορνέτα και παρέμεινε μέχρι το 1963. Επέστρεψε στη Φιλαρμονική του Δήμου Λεμεσού το 2011, υπηρετώντας την μέχρι σήμερα.

 

Και η ιστορία μας ξεκινάει κάπως έτσι…

“Αντάλλαξα το ποδήλατο μου με μία κιθάρα και όταν είχα πάει σπίτι η μητέρα μου, θύμωσε. Έτσι ξεκίνησα να παίζω …”



  1. Τι ήταν αυτό που σας ώθησε να ασχοληθείτε με την μουσική και πότε ξεκινήσατε την επαγγελματική σας ενασχόληση με αυτή;

Ο παππούς μου ερχόμενος από την Αττάλεια, έφερε μαζί του το λεγόμενο Σάζι ενώ, η μητέρα μου έπαιζε βιολί και αυτό μου άρεσε, μου κίνησε το ενδιαφέρον. Όταν ήμουν 10 χρονών μπήκα στην ορχήστρα του σχολείου με ένα βιολί και στους δύο μήνες μπορώ να πω πως άρχισα να παίζω, όχι μόνο ασκήσεις αλλά, και κομμάτια. Το 1959, βλέπω μία αγγελία στην εφημερίδα σχετικά με την φιλαρμονική του Δήμου Λεμεσού και ο τότε μαέστρος, ο Πριτσούλης μου έδωσε κορνέτα και μου άρεσε πάρα πολύ. Έτσι, έπαιζα συνεχώς! Όταν οι πρόβες τελείωναν εγώ, παρέμενα στο Δημαρχείο γιατί μου άρεσε η ηχητική του χώρου και συνέχιζα να παίζω μέχρι να νυχτώσει. Είχα γίνει σολίστας και το πρότυπο για τα υπόλοιπα μέλη. Για τα δεδομένα της τότε εποχής, ήμουν πολύ καλός.

Στην Φιλαρμονική έμεινα μέχρι το 1963, όταν πήγα στρατιώτης. Κάθε φορά που είχα άδεια, έβγαζα την στολή ,έβαζα την στολή της φιλαρμονικής και πήγαινα μαζί με τα άλλα μέλη στις διάφορες υπηρεσίες. Επίσης, έπαιρνα άδεια και έπαιζα μουσική σε διάφορα κέντρα και καμπαρέ που τότε είχαν άλλη σημασία αφού, έδιναν απογευματινές παραστάσεις. Πιο επαγγελματικά, μπορούμε να πούμε ότι ξεκίνησα από το 1965, όταν πήγαινα Λευκωσία και δούλευα στο κέντρο “Αθήνα” και μετά επέστρεψα στην Λεμεσό στο κέντρο “Ακρογιάλι”. Παράλληλα όμως, έπαιζα και σε διάφορα άλλα κέντρα κατά διαστήματα. Επειδή μελετούσα και εξελίχθηκα, είχα την τύχη να παίξω με εξαιρετικούς μουσικούς από τους οποίους έμαθα πάρα πολλά. Ήταν οι δάσκαλοι μου.

Δεν σταματούσα μέχρι να πετύχω το αποτέλεσμα που ήθελα. Είχα πολύ χρόνο στην διάθεση μου αφού, δεν πήγαινα σχολείο λόγω της οικονομικής δυσκολίας της οικογένειας μου, να συνεχίσουμε την εκπαίδευση μας.

Στα μουσικά κέντρα έπαιζα κιθάρα και τρομπέτα και προς το τέλος, έπαιζα αρμόνιο. Στο μεταξύ, είχα πάει και σε ωδείο όπου έκανα μαθήματα πιάνου. Ακόμη, έκανα θεωρία και αρμονία μέχρι το επίπεδου του πτυχίου και ακολούθως, για 36 χρόνια δίδασκα τραγούδι και κιθάρα και πρώτο επίπεδο θεωρίας. Τέλος, είχα την τύχη να λάβω μέρος σε μουσική υπόκρουση σε θέατρα, σε επιθεωρήσεις καθώς και στο ΡΙΚ, στις θεατρικές αναμνήσεις και  σε κυπριακά σκετς.

  1. Το αγαπημένο σας μουσικό έργο;

Είναι πολύ δύσκολο να διαλέξω. Μου αρέσουν πάρα πολλά έργα. Δεν μπορείς να αγνοήσεις συνθέτες όπως Μότσαρτ και Μπετόβεν αλλά, και άλλα μουσικά είδη, όπως η τζαζ. Αγαπημένο μου μουσικό έργο είναι η όπερα “Nabucco” του Verdi, με εντυπωσιάζει πάρα πολύ η ερμηνεία της χορωδίας. 

 

  1. Τι σημαίνει για εσάς το να είστε μέλος μιας μπάντας ;

Προσωπικά, εκτός από την ικανοποίηση που νιώθω με την μουσική που παίζω νιώθω και μια άλλη ικανοποίηση αφού θεωρώ την μπάντα οικογένεια μου. Πάντα και στην φιλαρμονική και σε άλλες μπάντες που έπαιζα τους ένιωθα όλους οικογένεια μου και δεν τσακώθηκα ποτέ με κανέναν. Ακόμη, και κάποιες μικρές διαφωνίες να υπήρχαν, λύνονταν πάντα όμορφα. Η οικογένεια, είναι οικογένεια.

 

  1. Από την εμπειρία σας ως εκπαιδευτής, τι είναι πιο σημαντικό για ένα παιδί που ξεκινάει να μαθαίνει ένα μουσικό όργανο;

Ως εκπαιδευτής, πρέπει πρώτα το παιδί να έχει ταλέντο για αυτό που θέλει να κάνει. Με πίεση δεν μπορεί να γίνει τίποτα. Εκεί που έχει ταλέντο ένα παιδί πρέπει να το εκμεταλλευτεί ο δάσκαλος και πρώτα από όλα, πρέπει να το κάνει φίλο του. Το παιδί, να νιώθει το μάθημα ως μία αγκαλιά.

Εγώ προσωπικά, έλεγα στους μαθητές μου ”κάνετε όσα λάθη θέλετε και να τα διορθώσουμε. Κάντε τα όσες φορές θέλετε. Αλλά να τα κάνουμε μια δυο φορές το πολύ !”.

Φυσικά, έχω πολλή υπομονή και όσες φορές και αν χρειαστεί μαζί με τους μαθητές μου δουλεύαμε μέχρι να φτάσουμε στο τελικό αποτέλεσμα. Πάντα ήμουν ιδιότροπος και ήθελα ένα καλό και ποιοτικό αποτέλεσμα.

Πέρασαν από κοντά μου πολύ καλοί μαθητές που στην συνέχεια πέτυχαν σε αυτό που έκαναν. Όλοι έπαιρναν πάντα πολύ καλούς βαθμούς και είμαι ιδιαίτερα περήφανος για αυτό. Οι μαθητές μου τραγουδούσαν από αγγλική μπαλάντα μέχρι σμυρνέικο αμανέ !

Επίσης, διετέλεσα ως εκπαιδευτής και στην φιλαρμονική για 2-3 χρόνια.

 

                                                                                       

  1. Σε ένα μουσικό σχήμα όπως η φιλαρμονική του Δήμου Λεμεσού με την πάροδο του χρόνου κάποια νέα μέλη έρχονται και κάποια αποχωρούν. Πως νιώθετε για αυτό; 

Τα συναισθήματα είναι διχασμένα. Από τη μία στεναχωριέσαι που φεύγει κάποιο μέλος αλλά, από την άλλη χαίρεσαι γιατί κάποιοι άλλοι έρχονται και η φιλαρμονική εξακολουθεί να συνεχίζει να υπάρχει. Στην τελική, δεν μειώνονται τα μέλη της, αλλά αυξάνονται.


  1. Ποια ήταν η αγαπημένη σας συναυλία ή εμφάνιση της φιλαρμονικής σε όλα αυτά τα χρόνια;

Στο Παραλίμνι, στο Μέγαρο μουσικής στην Θεσσαλονίκη και στην Κρακοβία ! Δεν μπορώ να επιλέξω... Από όλες τις υπηρεσίες μας, μάλλον μου αρέσει η υπηρεσία της Μεγάλης Παρασκευής λόγω του ρεπερτορίου μας

.

 

  1. Τι πιστεύετε ότι κερδίζει ένα άτομο με το να είναι μέλος ενός συνόλου όπως η Φιλαρμονική του Δήμου Λεμεσού;

Κερδίζει πάρα πολλά πράγματα. Μαθαίνει να συνεργάζεται με άλλα άτομα, παύει να είναι ατομιστής, εγωιστής και γίνεται μέλος μιας οικογένειας, όπως έχω ήδη πει. Υπάρχει ένας υγιής συναγωνισμός και προσπαθεί να φτάσει κάποιον καλύτερο του, όχι από ζήλεια, αλλά από θαυμασμό. Η ικανοποίηση που θα νιώσει σε βάθος χρόνου, είναι μεγάλη γιατί όλα είναι εφικτά με την σκληρή δουλειά.

 


  1. Βλέποντας τις αναρτήσεις σας στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης (Facebook) και τα βίντεο που δημοσιεύετε  από παλιές εμφανίσεις σας, νιώθουμε τον παλμό και τον ρομαντισμό που χαρακτήριζε εκείνη την εποχή.  Εσείς πως νιώθετε για αυτό;

‘Ηταν διαφορετικές εποχές, διαφορετική νοοτροπία. Παλιά γράφονταν πιο ποιοτικά κομμάτια, υπήρχε μουσική. Σήμερα κυριαρχεί ο ρυθμός. Δεν λέω πως δεν υπήρχαν και τότε ρυθμικά κομμάτια ωστόσο, σήμερα τα κομμάτια έχουν ημερομηνία λήξης και χαρακτηρίζονται από εμπορικότητα. Ενώ, ακούς Πάριο, Πουλόπουλο και ακόμη το κομμάτι του είναι εδώ, μιλάει στο τώρα. Οι στιχουργοί ήταν αξιόλογοι και όλα ήταν χτισμένα πάνω στην αρμονία από κάθε άποψη.

 

  1.  Ως μουσικός, ποιο μήνυμα θα θέλατε να δώσετε στους νέους που θέλουν να ασχοληθούν με το συγκεκριμένο επάγγελμα λαμβάνοντας υπόψη και τις νέες συνθήκες;

Το μήνυμα που θέλω να δώσω στους νέους μας όταν ασχοληθούν με την μουσική είναι ότι, όσο καλοί και αν γίνουν, όσες σπουδές και αν κάνουν, όσα περισσότερα και αν μάθουν, να είναι πάντα προσγειωμένοι. Αυτό διότι, όσα πιο πολλά μαθαίνουμε, τότε καταλαβαίνουμε πόσα λίγα ξέρουμε.

Αν πούμε ότι “μάθαμε”, τότε θα μείνουμε στάσιμοι. Πάντα υπάρχει κάτι νέο για να μάθουμε. Επίσης, πάντα μπορούμε να “κλέψουμε” κάτι από κάποιον άλλον ανεξαρτήτως επιπέδου, κάτι να μιμηθούμε, να εμπνευστούμε από μία καλή ιδέα, γιατί ο κάθε ένας μας έχει ταλέντο σε κάτι ξεχωριστό.

Όσον αφορά τις νέες συνθήκες, να μην απογοητευόμαστε, γιατί αυτό είναι μια παροδική κατάσταση και θα περάσει. Μετά από κάθε φουρτούνα, έρχεται  ηρεμία. Αν ξεκίνησαν κάποια παιδιά ένα νέο μουσικό όργανο, να περιμένουν και να κάνουν υπομονή γιατί θα έρθουν καλύτερες μέρες και να ακούν τους μεγαλύτερους τους. Να προσέχουν ποιους θα εμπιστευτούν, οι γονείς ξέρουν καλύτερα και πάντα θέλουν το καλό για τα παιδιά τους.


  1. Αν θα μπορούσατε να περιγράψετε το τι σημαίνει για εσάς η μουσική με τρεις λέξεις, ποιες θα ήταν αυτές ;

Ζωή, Ζωή, Ζωή ! Χωρίς την μουσική, δεν θα υπήρχε ζωή.

Γίνεται χωρίς μουσική;

                                                                 

                                                              

                                               Η Συνέντευξη έγινε από την Κωνσταντίνα Χατζηκυριάκου